Δημοσίευμα τοπικής εφημερίδας 1995

 

 

Γράφει η ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΣΤΡΙΚΟΥ - ΒΟΓΙΑΤΖΗ

 

ΤΑ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΕΛΕΝΗΣ

 


Τα Αναστενάρια που εμφανίζονται κύρια στη Βόρεια Ελλάδα κατά τις αρχές του 1920 προέρχονται από μια ομάδα Ελληνικής καταγωγής Χριστιανών προσφύγων της Ανατολικής Θράκης που εγκαταστάθηκε κατ' εξοχήν στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία και Θράκη που είναι γνωστοί ως Κωστελίδες. Τέτοιες εγκαταστάσεις και εξ αυτού πυρήνες Αναστενάρηδων έγιναν στην περιοχή Λαγκαδά και στο χωριό Αγία Ελένη Σερρών.

Ο ιεροτελεστικός κύκλος  των εκδηλώσεων αυτών ειδικότερα στο χωριό Αγία Ελένη από το οποίο και κατάγομαι, κορυφώνεται στις 21Μαΐου ημέρα της Γιορτής των Αγίων Κων/ντίνου και Ελένης.

Θα ήθελα να σημειώσω εδώ ότι εκ καταγωγής της μητρικής μου οικογενείας υπήρξαν παλαιά Αναστενάρηδες και εξ όσων θυμάμαι η γιαγιά μου υπήρξε πιστή Αναστενάρισσα. Στο χωριό μας την Αγ. Ελένη στην κατοικία του παππού μου υπάρχουν και τα ιερά εικονίσματα και σημάδια που κάθε  πιστός κατέχει. Αυτά τα στοιχεία προσάγονται κατά τις τελετές στον κοινό χώρο προετοιμασίας των εκδηλώσεων για να συμβάλουν μαζί με την παλαιότερη και πατρική όπως γίνεται εικόνα του Αγίου που βρίσκεται συνήθως στην κατοχή του Αρχιαναστενάρη.

Το σκεπτικό στην περίπτωση αυτή είναι ότι οι Αναστενάρηδες πιστεύουν πως οι Άγιοι Κων/νος και Ελένη έχουν τη δύναμη να προστατεύσουν αλλά και να θεραπεύσουν πληθώρα ασθενειών και δυσάρεστων γεγονότων στον λατρευτή τους και την οικογένειά του, πιστεύουν απόλυτα λατρεύουν και υπηρετούν Αυτόν κατά τη διάρκεια των τελετών και ενδυναμώνονται απ' αυτόν για την ευνοϊκή και επιτυχή εξέλιξη των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στο προσωπικό και οικογενειακό τους περιβάλλον.

Έτσι η πνευματοληψία αυτή που είναι ένα εξαιρετικά· δυνατό θρησκευτικό ιδίωμα - συναίσθημα, βοηθάει και ενδυναμώνει τον πιστό στη διευθέτηση και συχνά λύση αυτών των ανθρώπινων προβλημάτων, γιατί μέσα από τη λατρευτική αυτή εκδήλωση γίνεται δυνατή η απόκτηση μιας υπερφυσικής δύναμης την οποία ενσωματώνει στο εγώ του που τη χρειάζεται.

Η συμμετοχή στην κύρια τελετή των πιστών- εκτελεστών, γίνεται επιλεκτικά από ορισμένους μυημένους στο λατρευτικό αυτό σχήμα και κυρίως από τον Αρχιαναστενάρη. Οι μυημένοι είναι κατά κανόνα οι παλιότεροι πιστοί που καθοδηγούν και συμβουλεύουν τους νεώτερους, αυτούς που  με το χρόνο θα αναλάβουν την αρχηγία.

Η συμμετοχή στις ομάδες αυτές των πιστών και εκτελεστών λειτουργικά είναι αμφίπλευρη, δηλαδή συμμετέχουν στις τελετές άνδρες , γυναίκες, νέοι, ηλικιωμένοι. Ειδικότερα για τις γυναίκες θα έλεγε κανείς ότι ανδροποιούνται κατά τη διάρκεια του τελετουργικού της λατρείας με την έννοια ότι η  καθαυτό λατρεία δεν επηρεάζεται ισόποσα από τους δυο Αγίους (Κωνσταντίνου - Ελένης) αλλά αμιγής λατρεία του άρρενα Αγίου εντός του οποίου ενσωματώνεται τελικά στο αρσενικό πρόσωπο και γι' αυτό οι εκδηλώσεις κυριαρχούνται και κατευθύνονται από τους Αρχηγούς.

Στο πανηγύρι των τελετών προετοιμασίας και εκτέλεσης με κορύφωμα την πυροβασία το γενικό πρόσταγμα
και ο τελετάρχης είναι ο αρχηγός ο ΑΡΧΙΑΝΑΣΤΕΝΑΡΗΣ που είναι και ο αρχαιότερος πιστός.

Η προετοιμασία αρχίζει από το σπίτι (Κονάκι) του Αρχιαναστενάρη, όπου βρίσκονται τα κυριότερα εικονίσματα που μαζί με τα άλλα θα χρησιμοποιηθούν σε όλο το τελετουργικό.

Ο Αρχιαναστενάρης ανάβει το θυμιατήρι και σταυροκοπιέται μπροστά στα εικονίσματα και στη συνέχεια
θυμιατίζει όλο το σπίτι. Εκεί  αρχίζουν και μαζεύονται και οι άλλοι πιστοί και πολλοί συγγενείς τους που θα βοηθήσουν τους μυημένους.

Με την έναρξη των τελετών οι πιστοί κυριαρχούνται από την παρουσία των Αγίων. Οι προετοιμασίες που ήδη ξεκίνησαν υποβάλουν έντονα τους πιστούς και αρχίζει ο εκστασιασμός τους. Χορεύουν, άνδρες - γυναίκες, σηκώνοντας τα χέρια, σαν σε χαιρετισμό προς τα εικονίσματα. Η τελετή συνεχίζεται καθ" όλη τη διάρκεια της ημέρας αυτής, παραμονή της πυροβασίας.

Η λύρα και τα άλλα όργανα διαχέουν τις παραδοσιακές μελωδίες και σε συνδυασμό με το θυμίαμα που
άφθονο επηρεάζει τον χώρο υποβάλλουν τους πάντες.

Οι χορευτές πιστοί που την επομένη θα πυροβατήσρυν βρίσκονται σε διαρκή κίνηση - έκσταση - ασπάζονται πολλές φορές τα εικονίσματα και τα άλλα σημάδια, βρέχονται με το καθηγιασμένο νερό που φρόντισε ο Αρχηγός να υπάρχει εκεί σε κατάλληλα δοχεία.

Κατά το βράδυ το κονάκι -σπίτι του Αρχιαναστενάρη εγκαταλείπεται σιγά - σιγά, και οι πιστοί με τον Αρχιαναστενάρη κατευθύνονται
στον τόπο του Αγιάσματος, ένα μικρό κτίσμα στην άκρη του χωριού. Εκείνος ανοίγει την πόρτα του οικίσκου και κατεβαίνει από μικρή κτιστή σκάλα στο πηγάδι. Ο βοηθός του ανασύρει με ένα κουβά το αγιασμένο νερό, περιχύνει το εικόνισμα και τους μυημένους οικείους με αυτό. Όλοι γεμίζουν μπουκαλάκια με αγίασμα. Με αυτό αργότερα θα ραντίσουν τα σπίτια τους, τα κτήματα και τα υπάρχοντά τους. Η λιτανεία τελειώνει και όλοι επιστρέφουν στο κονάκι από άλλο δρόμο πλέον πηγαίνοντας «όλο δεξιά».

Ο Αρχηγός σε λίγο θα ευχαριστήσει τους πιστούς για τη συμμετοχή τους και σε απλό τραπέζι θα τους προσφέρει ψωμί, ελιές και τυρί.

Οι δέκα επιλεγμένοι πιστοί που θα κρατήσουν την επόμενη τα εικονίσματα και θα πυροβατήσουν  θα περάσουν τη νύχτα τους σε περισυλλογή εκεί. Είναι νύχτα ανάπαυσης και ετοιμασίας. Είναι όλοι καθηγιασμένοι στο πνεύμα και στη σκέψη των Αγίων. Καμιά άλλη περίσκεψη δε τους απασχολεί.

Το επόμενο πρωί θα τους βρει όλους μεταξύ ύπνου και εγρήγορσης. Ήδη από το χάραμα της επόμενης καταφθάνουν και άλλοι Αναστενάρηδες, πολλοί επισκέπτες φθάνουν ακόμα από πολλά μέρη της χώρας που θα παρακολουθήσουν την τελετή - τελική τελετή -της πυροβασίας. Ένα μαύρο πρόβατο από την προηγούμενη ημέρα βρίσκεται      δεμένο στο φράχτη δίπλα στο σπίτι με κόκκινη κορδέλλα στο λαιμό. Με την ανατολή, η πομπή με τους μυημένους και τον Αρχιαναστενάρη στο λάκκο που έχει σκαφτεί εκεί κοντά, τραβώντας το πρόβατο, το ακινητοποιούν μερικοί και σφάζεται μέσα στο λάκκο από ένα αρχαιότερο πιστό. Το αίμα χύνεται και μουσκεύει το φρεσκοκομμένο χώμα του λάκκου. Η θυσία, έγινε. Το μέχρι τότε καλό και κακό εξανεμίζεται με τη θυσία και απομένει η αρχή της νέας ανάτασης που αρχίζει με τις τελετές που θα ακολουθήσουν μέχρι τον επόμενο χρόνο.

Οι αναστενάρηδες επιστρέφουν στο κονάκι, γευματίζουν απλά και αφού αναπαυθούν για λίγο συγκεντρώνονται πάλι στο μεγάλο δωμάτιο. Ο χορός ξαναρχίζει κι ο εκστασιασμός γίνεται έντονος. Με το χρόνο που περνά η μουσική και ο χορός γίνονται δυνατοί και ασύνδετοι, έξαλλες κραυγές και ακατάληπτες λέξεις διαχέονται, όλοι φιλούν παράφορα τα εικονίσματα που ο Αρχιαναστενάρης έχει μοιράσει στα κατάλληλα για την πυροβασία πρόσωπα. Ο Αρχηγός ανάβει το κερί και το δίνει σε ένα πιστό φωνάζοντας "Ανάψτε τη φωτιά, ανάψτε την". Αυτός τρέχει στον υπαίθριο ανοικτό χώρο που είναι συνήθως η πλατεία του χωριού. Εκεί στο πυρό των ξύλων και κλαδιών που έχουν μαζευτεί από την προηγούμενη μέρα, σε μεγάλο κύκλο θα αναφτεί η φωτιά, θα την φροντίσουν υπεύθυνα μερικοί από τους πιστούς, μέχρι να καούν όλα τα ξύλα και να σκορπιστεί η ανθρακιά στο μεγάλο κύκλο που σχηματίστηκε.

Η λύρα και τα λαούτα πλησιάζουν και οι χορευτές - πιστοί κρατώντας ψιλά στα χέρια τα εικονίσματα πλησιάζουν την πυρά. Αρχίζει ένας πυρρίχιος έξαλλος χορός  γύρω από τη φωτιά που παίρνει να χωνέψει. Ο εκστασιασμός φθάνει στο αποκορύφωμα. Ο απλός θεατής βλέποντάς τους νιώθει μια ανατριχίλα περιμένοντας την είσοδό τους στην ανθρακιά.

Ο κάθε χορευτής με δική του πρωτοβουλία και όταν αισθανθεί απογειωμένος συναισθηματικά και λατρευτικά, τολμά την είσοδο στην πυρά. Ένας ένας εισέρχονται όλοι οι μυημένοι – μπαίνουν  βγαίνουν και το επαναλαμβάνουν ασταμάτητα, κτυπούν με τα πόδια τους τα καρβουνιασμένα αποκαΐδια  και οι σπίθες τινάζονται.

 Μια αναστενάρισσα, γονατίζει στην άκρη της πυράς και κτυπώντας τα χέρια της στα κάρβουνα φωνάζει "Στάχτη να γίνει". Όταν χωνέψει για τα καλά η πυρά και γκρίζα στάχτη απομείνει στον κύκλο, ο Αρχιαναστενάρης μαζεύει τους πιστούς χορευτές και όλοι μαζί κάνουν κύκλο χορεύοντας γύρω από τα αποκαΐδια.

Η πυροβασία τελείωσε και οι πιστοί γυρίζουν εξουθενωμένοι μα άκαυτοι στο κονάκι. Εκεί θα δειπνήσουν με κρέας ρύζι και χόρτα και όλοι μαζί, πυροβάτες και δικοί τους, θα τραγουδήσουν άσματα της χαμένης πατρίδας τους, θα χορέψουν ξανά και τα μεσάνυχτα θα αποσυρθούν. Η γιορτή τελείωσε. Η ευλογία του Αγίου θα τους συνοδεύει όλη τη χρονιά, μέχρι την άλλη φορά.

Ένας από αυτούς ομολογεί:

  "Όταν είμαι στη φωτιά δεν αισθάνομαι τον εαυτό μου, με καθοδηγεί άλλο πνεύμα. Αισθάνομαι τη θερμότητα, μα όχι πόνο. Είναι σα να περπατάω με γυμνά πόδια σε χαλίκια. Όταν φεύγω από την πυρά, νιώθω την ικανοποίηση, ότι έκανα το καθήκον μου, έκανα το θέλημα Αγίου. Μόνο αυτές τις στιγμές έχω αυτή την υπεράνθρωπη δύναμη που την παίρνω από τον Άγιο. Νοιώθω τη χαρά, ότι μεταξύ άλλων, ο Άγιος διάλεξε κι εμένα για το τόλμημα αυτό. Το θαύμα ανήκει σε εκείνον και όχι σε μένα. Η δύναμη έρχεται σε μένα από έξω, δεν είναι δική μου. Τότε γίνομαι  ΑΛΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ".

Επειδή στη γενιά μου, στην οικογένεια της μητέρας μου, είχαμε Αναστενάρισσα, τη γιαγιά μου, είναι αλήθεια ότι όταν μικρή παρακολούθησα μερικές φορές, ένοιωθα κι εγώ περίεργα. θυμάμαι μια φορά, πως στη διάρκεια της πυροβασίας, αντιλήφθηκα και τη μητέρα μου να βρίσκεται σε κάποια έξαρση, ήταν ένας εκστασιασμός που περνούσε εκείνη τη στιγμή και σ' αυτήν, και τώρα που το σκέφτομαι, πως αν συμμετείχε, θα γινόταν και αυτή πυροβάτης. Είναι φαίνεται η συγγενική καταβολή της.

θα μπορούσε να γράψει και να πει κανείς πολλά για το φαινόμενο αυτό και τις τελετές των εορτών της πυροβασίας.

Απ' ότι έχω διαβάσει και από ακούσματα των δικών μου και των χωρικών της περιοχής, το θέμα δεν μπορεί να εξαντληθεί με μια απλή αφήγηση. Είναι χειροπιαστή ιστορία και θρύλος. Είναι παράδοση και πίστη. Είναι η ανθρώπινη θέληση να μπορεί να ξεπερνά το ακατόρθωτο, να ξεφεύγει από την αδυναμία αντιμετώπισης του ανυπέρβλητου και να πλησιάζει το Θείο.